Στα 86 χρόνια της πέθανε την Πέμπτη και κηδεύτηκε χθες η Μαρία Μπέικου, αγωνίστρια της αριστεράς, πρωταγωνίστρια μιας πλούσιας, μυθιστορηματικής ζωής στην Αντίσταση, τον εμφύλιο, την προσφυγιά και τον επαναπατρισμό.
Παρούσα μέχρι το τέλος...
της Π..Κρημνιώτη
Η ιστορία της μυθιστορηματική. Ωστόσο, όποιες λέξεις κι αν ψάξεις για να περιγράψεις τη ζωή της, μπορεί να ακουστούν κοινότυπες. Γιατί η Μαρία Μπέικου ρούφηξε τη ζωή από την ώρα που άνοιξε τα μάτια της, το 1925 στο Ξηροχώρι της Εύβοιας, μέχρι την ώρα που τα έκλεισε, το βράδυ της περασμένης Πέμπτης στο "Σωτηρία", από καρδιακή κάμψη.
Στο βουνό, στους πολιτικούς αγώνες, στην τέχνη
Επιβαρυμένη η υγεία της, από τη φυματίωση στα χρόνια που ήταν στο βουνό, αλλά και τον καρκίνο μετά τον επαναπατρισμό της στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε αναπνευστικά προβλήματα εξ αιτίας των οποίων εισήχθη εσπευσμένα στο νοσοκομείο "Σωτηρία" όπου διαγνώστηκε πνευμονικό οίδημα την προπερασμένη Δευτέρα. Μέχρι την Κυριακή έπαιζε στο θέατρο "Άττις" του επιστήθιου φίλου της Θόδωρου Τερζόπουλου αναπαριστώντας το συγκλονιστικό "Μάουζερ" του Χάινερ Μίλερ για δεύτερη χρονιά. Ωστόσο δεν έκλεισε χρόνος από την έκδοση της αυτοβιογραφίας της "Αφού με ρωτάτε, να θυμηθώ..." (εκδ. Καστανιώτης), στο οποίο, με τη βοήθεια της ιστορικού Τασούλας Βερβενιώτη, θυμήθηκε και κατέγραψε την πολυτάραχη διαδρομή του βίου της από τα πρώτα χρόνια στο χωριό μέχρι τα χρόνια στο βουνό στους κόλπους του ΕΛΑΣ και της πολιτικής εξορίας στην ΕΣΣΔ μετά τον εμφύλιο. Και μετά τα χρόνια του επαναπατρισμού με την τέφρα του συζύγου της Γεωργούλα Μπέικου, τον οποίο λάτρεψε και πάντα μνημόνευε. Στον τάφο που είχε η ίδια τοποθετήσει την τέφρα του Γεωργούλα στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών ενταφιάστηκε χθες το πρωί η Μαρία Μπέικου. Την αποχαιρέτησαν παλιοί σύντροφοι, οι φίλοι της καρδιάς, μέλη της οικογένειας, νεαροί φίλοι και καλλιτέχνες που γνώρισαν και εκτίμησαν την προσφορά της στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου από τα χρόνια της συνεργασίας της με τον Θόδωρο Κρίτα, τότε που ως κάτι παραπάνω από μεταφράστρια έστηνε γέφυρες ανάμεσα στα σοβιετικά και ελληνικά καλλιτεχνικά δρώμενα. Μερικά λόγια της καρδιάς από τον ανιψιό της Β. Φέρλα για τα "μεγάλα αποθέματα ψυχικής αντοχής και την αξιοπρέπεια" με την οποία πορεύτηκε στη ζωή της και για το ότι ενώ βρέθηκε στη δίνη της εποχής της "στάθηκε βράχος που πάνω του έσπαγαν τα κύματα της συμφοράς".
Λίγοι είναι η αλήθεια αυτοί που βρέθηκαν στο Α' Νεκροταφείο, την αποχαιρέτησαν με ένα θερμό χειροκρότημα. Ανάμεσά τους η αγαπημένη της ανιψιά, σχεδιάστρια Λουκία, με την Κάτια Δανδουλάκη, ο σκηνοθέτης Θόδωρος Τερζόπουλος, η ιστορικός Τασούλα Βερβενιώτη, αλλά και ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς Φώτης Κουβέλης και ο Σπύρος Λυκούδης, ο Γιώργος Μπόμπολας, ο Μάνος Ζαχαρίας, η Άλκη Ζέη, η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα, ο Γιάννης Μετζικώφ, ο Δημήτρης Σπάθης, ο Χάγκεν Φλάισερ, ο Ηλίας Νικολακόπουλος, ο Μάριος Ποντίκας, η Βουβούλα Σκούρα, ο Θοδωρής Μαλικιώσης, η Ζωζώ Λιδωρίκη, ο κύριος Φάνης και η Πάτρα Χατζησάββα από τα χρόνια του βουνού, κ.ά.
Η Μαρία Μπέικου βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα τα γκρίζα χρόνια του ελληνικού 20ού αιώνα. 18 χρόνων, από το αμφιθέατρο της Ιατρικής, θα βρεθεί στο βουνό. Αρχικά στο ΕΑΜ, στη συνέχεια στους κόλπους του Δημοκρατικού Στρατού. Τότε ήταν η Μαρία η καπετάνισσα. Η μετεμφυλιακή περίοδος τη βρήκε πολιτική πρόσφυγα στην ΕΣΣΔ, αρχικά στην Τασκένδη, στη συνέχεια στη Μόσχα. Τότε έγινε η φωνή που ένωνε την καρδιά του κομμουνισμού με τους Έλληνες αριστερούς. Εκφωνήτρια στον ραδιοφωνικό σταθμό της σοβιετικής πρωτεύουσας "Εδώ Μόσχα" και σπουδάστρια ταυτόχρονα στο Ινστιτούτο Κινηματογραφίας, επιστήθια φίλη, κουμπάρα και συνδημιουργός με τον Αντρέι Ταρκόφσκι στους "Φονιάδες" του Χέμινγουέι, μέτρησε αρκετά χρόνια μοναξιάς μέχρι να βρεθεί ξανά στο πλάι της ο αγαπημένος της Γεωργούλας, αποφυλακισμένος πλέον και φέροντας την ταυτότητα του ανταποκριτή της "Αυγής" στην ΕΣΣΔ. Εκεί θα ζήσουν τα ελάχιστα ευτυχισμένα αλλά όχι ανέφελα κοινά τους χρόνια, με τη διάσπαση να αναταράσσει τη λιτή διαβίωση τους και τη γκρίζα ελληνική πραγματικότητα να τους κρατά καθηλωμένους εκτός πατρίδας. Εδώ θα γυρίσει η Μαρία Μπέικου μόνη της, με την τέφρα του Γεωργούλα στα χέρια αντί άλλης αποσκευής. Αυτή την ώρα του επαναπατρισμού αλλιώς την περίμενε. Καλοί φίλοι και η αγάπη της για τις τέχνες θα τη βοηθήσουν τα δύσκολα πρώτα χρόνια στην Αθήνα. Η συμμετοχή της στην παράσταση του Τερζόπουλου και το βιβλίο της θα σταθούν πολύτιμα δώρα τα τελευταία χρόνια της ζωής της.
Η Μαρία Μπέικου ήταν μια ευαίσθητη αλλά και δυνατή γυναίκα. Όταν την είδα να κλαίει ήξερα ότι δεν ήταν επρόκειτο για την ευσυγκινησία των ηλικιωμένων ανθρώπων. Γιατί είχε βαθιά ριζωμένη μέσα της μια ιδιαίτερη θέαση για την έννοια πατρίδα. "Δεν ξέρω πώς να αναλύσω τη λέξη πατρίδα, δεν ξέρω πώς νιώθουν οι άλλοι που ζουν μακριά με την προοπτική να μην ξαναδούν την πατρίδα. Για μένα δεν υπήρχε πιο οδυνηρό πράγμα. Για μένα η πατρίδα είναι το παν. Ακόμη κι όταν ανταμώσαμε με τον Γεωργούλα και δεν ήμουν πια μόνη, το όνειρό μου ήταν η Ελλάδα. Πάντα κουβαλούσα μαζί μου, από τον Δημοκρατικό Στρατό ακόμα, διπλωμένο στο βιβλιάριο Αξιωματικού είχα πάντα μαζί μου το ποίημα του Παλαμά "Οι Πατέρες": Παιδί, το περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις, / όπως το βρεις κι όπως το δεις να μην το παρατήσεις. Ένα διαμάντι που πρέπει να πάρουμε στα χέρια μας και να το αλλάξουμε" ήταν η πατρίδα μας για τη Μαρία Μπέικου και μικρά διαμαντάκια τα νέα παιδιά. "Να μάθουν την ιστορία της χώρας μας και να αντιστέκονται" τα προέτρεπε.
Ήταν τον περασμένο Δεκέμβριο που μου μίλαγε έτσι, στην τελευταία μάλλον συνέντευξη που έδωσε, εμπιστευόμενη κάποιες από τις μνήμες της στην "Αυγή", "την εφημερίδα του Γεωργούλα".
Πηγή:Αυγή
Παρούσα μέχρι το τέλος...
της Π..Κρημνιώτη
Η ιστορία της μυθιστορηματική. Ωστόσο, όποιες λέξεις κι αν ψάξεις για να περιγράψεις τη ζωή της, μπορεί να ακουστούν κοινότυπες. Γιατί η Μαρία Μπέικου ρούφηξε τη ζωή από την ώρα που άνοιξε τα μάτια της, το 1925 στο Ξηροχώρι της Εύβοιας, μέχρι την ώρα που τα έκλεισε, το βράδυ της περασμένης Πέμπτης στο "Σωτηρία", από καρδιακή κάμψη.
Στο βουνό, στους πολιτικούς αγώνες, στην τέχνη
Επιβαρυμένη η υγεία της, από τη φυματίωση στα χρόνια που ήταν στο βουνό, αλλά και τον καρκίνο μετά τον επαναπατρισμό της στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε αναπνευστικά προβλήματα εξ αιτίας των οποίων εισήχθη εσπευσμένα στο νοσοκομείο "Σωτηρία" όπου διαγνώστηκε πνευμονικό οίδημα την προπερασμένη Δευτέρα. Μέχρι την Κυριακή έπαιζε στο θέατρο "Άττις" του επιστήθιου φίλου της Θόδωρου Τερζόπουλου αναπαριστώντας το συγκλονιστικό "Μάουζερ" του Χάινερ Μίλερ για δεύτερη χρονιά. Ωστόσο δεν έκλεισε χρόνος από την έκδοση της αυτοβιογραφίας της "Αφού με ρωτάτε, να θυμηθώ..." (εκδ. Καστανιώτης), στο οποίο, με τη βοήθεια της ιστορικού Τασούλας Βερβενιώτη, θυμήθηκε και κατέγραψε την πολυτάραχη διαδρομή του βίου της από τα πρώτα χρόνια στο χωριό μέχρι τα χρόνια στο βουνό στους κόλπους του ΕΛΑΣ και της πολιτικής εξορίας στην ΕΣΣΔ μετά τον εμφύλιο. Και μετά τα χρόνια του επαναπατρισμού με την τέφρα του συζύγου της Γεωργούλα Μπέικου, τον οποίο λάτρεψε και πάντα μνημόνευε. Στον τάφο που είχε η ίδια τοποθετήσει την τέφρα του Γεωργούλα στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών ενταφιάστηκε χθες το πρωί η Μαρία Μπέικου. Την αποχαιρέτησαν παλιοί σύντροφοι, οι φίλοι της καρδιάς, μέλη της οικογένειας, νεαροί φίλοι και καλλιτέχνες που γνώρισαν και εκτίμησαν την προσφορά της στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου από τα χρόνια της συνεργασίας της με τον Θόδωρο Κρίτα, τότε που ως κάτι παραπάνω από μεταφράστρια έστηνε γέφυρες ανάμεσα στα σοβιετικά και ελληνικά καλλιτεχνικά δρώμενα. Μερικά λόγια της καρδιάς από τον ανιψιό της Β. Φέρλα για τα "μεγάλα αποθέματα ψυχικής αντοχής και την αξιοπρέπεια" με την οποία πορεύτηκε στη ζωή της και για το ότι ενώ βρέθηκε στη δίνη της εποχής της "στάθηκε βράχος που πάνω του έσπαγαν τα κύματα της συμφοράς".
Λίγοι είναι η αλήθεια αυτοί που βρέθηκαν στο Α' Νεκροταφείο, την αποχαιρέτησαν με ένα θερμό χειροκρότημα. Ανάμεσά τους η αγαπημένη της ανιψιά, σχεδιάστρια Λουκία, με την Κάτια Δανδουλάκη, ο σκηνοθέτης Θόδωρος Τερζόπουλος, η ιστορικός Τασούλα Βερβενιώτη, αλλά και ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς Φώτης Κουβέλης και ο Σπύρος Λυκούδης, ο Γιώργος Μπόμπολας, ο Μάνος Ζαχαρίας, η Άλκη Ζέη, η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα, ο Γιάννης Μετζικώφ, ο Δημήτρης Σπάθης, ο Χάγκεν Φλάισερ, ο Ηλίας Νικολακόπουλος, ο Μάριος Ποντίκας, η Βουβούλα Σκούρα, ο Θοδωρής Μαλικιώσης, η Ζωζώ Λιδωρίκη, ο κύριος Φάνης και η Πάτρα Χατζησάββα από τα χρόνια του βουνού, κ.ά.
Η Μαρία Μπέικου βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα τα γκρίζα χρόνια του ελληνικού 20ού αιώνα. 18 χρόνων, από το αμφιθέατρο της Ιατρικής, θα βρεθεί στο βουνό. Αρχικά στο ΕΑΜ, στη συνέχεια στους κόλπους του Δημοκρατικού Στρατού. Τότε ήταν η Μαρία η καπετάνισσα. Η μετεμφυλιακή περίοδος τη βρήκε πολιτική πρόσφυγα στην ΕΣΣΔ, αρχικά στην Τασκένδη, στη συνέχεια στη Μόσχα. Τότε έγινε η φωνή που ένωνε την καρδιά του κομμουνισμού με τους Έλληνες αριστερούς. Εκφωνήτρια στον ραδιοφωνικό σταθμό της σοβιετικής πρωτεύουσας "Εδώ Μόσχα" και σπουδάστρια ταυτόχρονα στο Ινστιτούτο Κινηματογραφίας, επιστήθια φίλη, κουμπάρα και συνδημιουργός με τον Αντρέι Ταρκόφσκι στους "Φονιάδες" του Χέμινγουέι, μέτρησε αρκετά χρόνια μοναξιάς μέχρι να βρεθεί ξανά στο πλάι της ο αγαπημένος της Γεωργούλας, αποφυλακισμένος πλέον και φέροντας την ταυτότητα του ανταποκριτή της "Αυγής" στην ΕΣΣΔ. Εκεί θα ζήσουν τα ελάχιστα ευτυχισμένα αλλά όχι ανέφελα κοινά τους χρόνια, με τη διάσπαση να αναταράσσει τη λιτή διαβίωση τους και τη γκρίζα ελληνική πραγματικότητα να τους κρατά καθηλωμένους εκτός πατρίδας. Εδώ θα γυρίσει η Μαρία Μπέικου μόνη της, με την τέφρα του Γεωργούλα στα χέρια αντί άλλης αποσκευής. Αυτή την ώρα του επαναπατρισμού αλλιώς την περίμενε. Καλοί φίλοι και η αγάπη της για τις τέχνες θα τη βοηθήσουν τα δύσκολα πρώτα χρόνια στην Αθήνα. Η συμμετοχή της στην παράσταση του Τερζόπουλου και το βιβλίο της θα σταθούν πολύτιμα δώρα τα τελευταία χρόνια της ζωής της.
Η Μαρία Μπέικου ήταν μια ευαίσθητη αλλά και δυνατή γυναίκα. Όταν την είδα να κλαίει ήξερα ότι δεν ήταν επρόκειτο για την ευσυγκινησία των ηλικιωμένων ανθρώπων. Γιατί είχε βαθιά ριζωμένη μέσα της μια ιδιαίτερη θέαση για την έννοια πατρίδα. "Δεν ξέρω πώς να αναλύσω τη λέξη πατρίδα, δεν ξέρω πώς νιώθουν οι άλλοι που ζουν μακριά με την προοπτική να μην ξαναδούν την πατρίδα. Για μένα δεν υπήρχε πιο οδυνηρό πράγμα. Για μένα η πατρίδα είναι το παν. Ακόμη κι όταν ανταμώσαμε με τον Γεωργούλα και δεν ήμουν πια μόνη, το όνειρό μου ήταν η Ελλάδα. Πάντα κουβαλούσα μαζί μου, από τον Δημοκρατικό Στρατό ακόμα, διπλωμένο στο βιβλιάριο Αξιωματικού είχα πάντα μαζί μου το ποίημα του Παλαμά "Οι Πατέρες": Παιδί, το περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις, / όπως το βρεις κι όπως το δεις να μην το παρατήσεις. Ένα διαμάντι που πρέπει να πάρουμε στα χέρια μας και να το αλλάξουμε" ήταν η πατρίδα μας για τη Μαρία Μπέικου και μικρά διαμαντάκια τα νέα παιδιά. "Να μάθουν την ιστορία της χώρας μας και να αντιστέκονται" τα προέτρεπε.
Ήταν τον περασμένο Δεκέμβριο που μου μίλαγε έτσι, στην τελευταία μάλλον συνέντευξη που έδωσε, εμπιστευόμενη κάποιες από τις μνήμες της στην "Αυγή", "την εφημερίδα του Γεωργούλα".
Πηγή:Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου