Όσοι διασχίζουν τα σύνορα, δείχνει η «ιδιότυπη ματιά στο έργο του Θανάση Βέγγου» (το βίντεο που συνοδεύει το παρόν άρθρο), δεν απέχουν από το πλάνο του Θανάση στη μεγάλη οθόνη ενώ αναζητά δουλειά, ζητά και διεκδικεί όνομα, ιδιότητα, έργο και ταυτότητα (ανάμεσα σε αυτούς που δίχως να ζητάνε τα έχουν) μα ως απάντηση παίρνει: «Πού να σε βάλω ρε παιδί; πού να σε βάλω;»
Της Ευαγγελίας Τσώνη
Ο ξένος, ο μετανάστης, ο εκδιωγμένος, ο τράγος προς αποπομπή, όποιος δεν στέκει απαθής, δεν καταθέτει τα όπλα και δεν σκύβει υπάκουα το κεφάλι, ακόμη και όταν όλοι τον κυνηγάνε ή απλά τον προσπερνάνε αδιάφορα με μάτια πάντα σφαλιστά, δεν παύει να επικαλείται έναν (έστω) άνθρωπο, ενσαρκωμένος από έναν Βέγγο που μονίμως τρέχει.
Θανάσης Βέγγος –ή Θού-Βού: εικόνα μιας χώρας όπου «όλα βαίνουν κακήν κακώς» κι αυτό από «σφάλμα του καπετάνιου: δεν έδεσε το παλαμάρι. ΤΕΛΟΣ(άδοξον)» - αλλά αυτός αρνείται να υποταχτεί στο ριζικό του καραβιού που διέταξε ο καπετάνιος και αρνείται να σκυλοπνιγεί. Aναδεικνύεται ευρηματικός, δρα, αντιδρά, διεκδικεί, τρέχει και φωνάζει. «Ο Βέγγος παίζοντας το ρόλο του στη σύγχρονη ελληνική τραγωδία, έγινε ο κλόουν της ιστορίας μας, ο πιο αγαπητός που σκορπίζει το γέλιο στα πρόσωπα που το περιστοιχίζουν», γράφει ο Γιάννης Σολδάτος στο βιβλίο-αφιέρωμα στον Θανάση Βέγγο (Ένας άνθρωπος παντός καιρού, Εκδόσεις Αιγόκερως).
«Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης», επινοεί και απαγγέλλει αυτοσχέδια ποιήματα του παραλόγου, όνειρο που μπορεί να ταρακουνήσει απ΄ τον μόνιμο λήθαργο, ταξίδι με αίσιο τέλος, άεναη επιστροφή, επιβίωση έστω και λαθραία, και συνεχής μετακίνηση προς αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής και μιας ιλαρότερης αυριανής:
Απόψε, σήμερα και χτες όλες οι πόρτες ειν΄ κλειστές κι εγώ είμαι απόξω,
και μες το θάμπος το θαμπό παίρνω αμπάριζα να μπω και με πετάνε... ΟΟΞΩ.
Όλος ο κόσμος μ΄ αγνοεί, βαρέθηκα πια τη ζωή, τους φ(θ)όνους και τα μίση,
αλί-αλί-και-τρισαλί, φωνάξτε αμέσως τον Αλή να με καρατομήσει
από την ταινία "Τύφλα να΄ χει ο Μάρλο Μπράντο
Αντί-ήρωας, όχι με την έννοια της άρνησης ή της κατάρριψης της ηρωικότητας, αλλά με την καθαυτή έννοια ενός «αντί» που αναδεικνύει το υποκείμενο μέσα από τη πράξη του, νόστος, ήτοι στιγμή διαλεκτική της αναγνώρισης της ύπαρξής του ως ξένου, αλλά και ως αυτού που δρα συνάμα - γιατί στο «αντί» και στο «άλλο» εδραιώνεται κάθε δυνατός λόγος-αντίλογος-διάλογος.
Όσοι διασχίζουν τα σύνορα, δείχνει η «ιδιότυπη ματιά στο έργο του Θανάση Βέγγου» (το βίντεο που συνοδεύει το παρόν άρθρο), δεν απέχουν από το πλάνο του Θανάση στη μεγάλη οθόνη ενώ αναζητά δουλειά, ζητά και διεκδικεί όνομα, ιδιότητα, έργο και ταυτότητα (ανάμεσα σε αυτούς που δίχως να ζητάνε τα έχουν) μα ως απάντηση παίρνει: «Πού να σε βάλω ρε παιδί; πού να σε βάλω;». Σα να λέμε: «δε χωράς πουθενά» εδώ, εδώ δε χωρά κανείς, παρά μόνο όσοι δεν ζητάν - μόνο το πλήθος στην ανωνυμη επωνυμία του, δίχως αντιθέσεις και διαφορές, ομοούσιο, ομοιόμορφο και ομόφωνο, μουγγό και φερέφωνο, αέναη ανακύκλωση του ίδιου που δεν χωρά τον άλλο.
Όποιος δεν αναγνωρίζει και εκδιώκει τον άλλο, τον ξένο είναι -λένε- γιατί δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με το ξένο μέσα του. Και όλοι κατοικούμαστε από αυτό το ξένο, το άγνωστο και άρρητο άλλο που μας φοβίζει, μας κατατρύχει, ενόσω δεν το κοιτάμε κατάματα, εφ’όσον δεν το λεκτικοποιούμε, έστω και με φαιδρές και κενές λέξεις -οι μόνες άλλωστε ικανές για δημιουργία, ήτοι ποίηση, αλλα αυτό είναι άλλη συζήτηση-, και αντ’αυτών, διακαώς προσπαθούμε να το κάνουμε να σωπάσει, να αφανιστεί, με χίλια μαγγάνια να το εκδιώξουμε ή να το καταπιούμε, έστω και εάν ξέρουμε ότι έτσι, ακατέργαστο, μπορεί να εκτραπεί σε δηλητήριο.
Ο Θού-Βού δεν τα παρατάει, παρ’ότι καταλήγει στην Αθήνα ενώ ψάχνει Θεσσαλονίκη (και με αφετηρία, μην το ξεχνάμε, τη Μακρόνησο). Συνεχίζει αγέρωχα την πορεία του, δεν το βάζει κάτω, δεν επικαλείται μαγγάνια, γίνεται άλλος και αναζητά συνοδοιπόρους, φωνάζει αυτόν τον άλλο μεταξύ των ίδιων: «Βοηθάτε συνάνθρωποι», «Εσείς, οι από κάτω, βοηθάτε τον από πάνω! (και τανάπαλιν)»... «Μα δεν υπάρχει ένας χριστιανός;»... Σα να λέει «μα δεν μπορεί, υπ-άρχει». Ειδάλλως «γιατί κουβαληθήκαμε όλοι ως εδώ;»...
ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ: Μια ιδιότυπη ματιά στο έργο του Θανάση Βέγγου, τη στιγμή που οι 300 μετανάστες απεργοί πείνας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη κλείνουν ήδη 5 βδομάδες απεργία πείνας". Κάποιοι θα ισχυριστούν "αυθαίρετος παραλληλισμός", κάποιοι διαβάζοντας κάτω από τις λέξεις -κάτι στο οποίο μας εξάσκησε ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας (1976)- θα δουν ενδεχομένως ότι οι παραλληλισμοί είναι πάντα επίκαιροι...
Ευαγγελία Τσώνη
Πηγή: REDNotebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου