του Θανάση Καρτερού
Εδραιώνεται σιγά-σιγά η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου εξελίσσεται στον μεγάλο ασθενή της πολιτικής μας ζωής. Αν οι φίλοι της κάνουν λόγο για εξασθένιση της μεταρρυθμιστικής ορμής και οι αντίπαλοί της για σκορποχώρι, λίγη σημασία έχει. Μεγαλύτερη σημασία έχει ότι η εικόνα της σμπαραλιάζεται όλο και περισσότερο και ο Παπανδρέου με μια μικρή ομάδα υπουργών μοιάζουν με τον καπετάνιο και το πλήρωμα του συμπαθούς στον πρωθυπουργό "Τιτανικού" μάλλον, παρά με τους στιβαρούς ναυτικούς της πρώτης κυβερνητικής περιόδου.
ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ να απαριθμήσει κανείς πολλά συμπτώματα της κυβερνητικής ασθένειας - πιθανότατα ανίατης. Οι καβγάδες στο εσωτερικό, η αδυναμία να συντονιστούν στοιχειωδώς, η αμφισβήτηση από την Κοινοβουλευτική Ομάδα ακόμα και στρατηγικών επιλογών, η επιστροφή αρκετών βουλευτών στον λαϊκισμό που επιβάλλει αποστάσεις από το Μνημόνιο και παραπέμπει στο γνωστό «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» είναι κάποια από αυτά. Και φυσικά προεξάρχουσα θέση κατέχουν οι απογοητευτικές δημοσκοπήσεις, που πιστοποιούν καταβαράθρωση τόσο της κυβέρνησης όσο και του πρωθυπουργού, οι επίμονες διαρροές για πρόωρες εκλογές και οι ακατάσχετες φήμες για ανασχηματισμό.
ΩΣΤΟΣΟ και παρ' όλα αυτά είναι σαφές ότι ο Παπανδρέου δεν έχει άλλο δρόμο - επιμένει και θα επιμείνει μέχρι το τέλος. Και δεν εννοούμε ότι επιμένει στις αερολογίες για νέα Ελλάδα, στις ενέσεις ηθικού στο κόμμα του ή στις ευγενείς απειλές προς τους εσωκομματικούς ταραξίες. Εννοούμε ότι επιμένει στο σοβαρό, στο κύριο, στο βασικό - στην πολιτική του Μνημονίου και των σκληρών μέτρων, από τα οποία δεν αφίσταται ούτε χιλιοστό, προειδοποιώντας μάλιστα τα στελέχη του, αλλά και όλους μας σχεδόν καθημερινά ότι εάν αποστούμε μας περιμένει η άβυσσος.
Και προετοιμάζοντας το νέο πακέτο μέτρων, το οποίο οσονούπω και ενόψει τρόικας θα ανακοινωθεί και θα είναι το ίδιο αναποτελεσματικό, αλλά ακόμα πιο απάνθρωπο από τα προηγούμενα.
ΕΧΟΥΜΕ εν ολίγοις μια κυβέρνηση που αδυνατίζει, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξει ούτε κατ’ ελάχιστο την πολιτική της. Μπορεί-δεν-μπορεί και όσο μπορεί μ’ αυτή την πολιτική θα συνεχίσει, με χειρότερες μάλιστα εκδοχές της, γιατί τα πράγματα είναι σήμερα πολύ χειρότερα από την εποχή του Καστελόριζου, ό,τι κι αν λένε. Πράγμα που σημαίνει, για όσους τουλάχιστον θεωρούν καταστροφική αυτή την πολιτική, ότι αυτή η κυβέρνηση πρέπει απλούστατα να φύγει, να ανατραπεί, να μας αδειάσει τη γωνιά. Άποψη εξάλλου που έγινε σύνθημα και άμεσος στόχος για όλες τις αριστερές δυνάμεις, οποιασδήποτε απόχρωσης.
ΚΑΙ από δω αρχίζει η πραγματική συζήτηση. Καλώς να φύγει αυτή η κυβέρνηση, αλλά μετά τι; Ο Σαμαράς; Ο Καρατζαφέρης; Ένα γκρίζο μέτωπο των δύο; Μια συμμαχία για την ανάπτυξη με πρωθυπουργό τον Παπανδρέου και υπουργό περιφερειακής ανάπτυξης τον Σαμαρά; Ένα μάζεμα των προθύμων που θα διευρύνει, υποτίθεται, τη βάση της σημερινής πολιτικής με κάποιες βελτιώσεις; Ή η «ακυβερνησία» που κραδαίνουν ως απειλή και κίνδυνο οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί της στρατηγικής του Μνημονίου, με την ελπίδα ότι έτσι θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν μια φοβισμένη ψήφο στις εκλογές, όποτε γίνουν - ελπίδα όχι εντελώς αστήριχτη, όπως δείχνει η πείρα;
ΚΑΤΙ λείπει προφανέστατα από την εικόνα. Η κυβέρνηση πρέπει να φύγει, αλλά το κενό, αφύσικο, παράλογο και ανόητο, δεν είναι εναλλακτική λύση. Οι επαναστατικές προσδοκίες και η αναμονή του χειρότερου που θα φέρει τα καλύτερα για ένα κόμμα, ή για ένα δόγμα, είναι απλώς αφέλειες, αν δεν είναι πονηριές. Η αριστερά που αφήνει σήμερα στην άκρη το εργαλείο της ενότητας, της συμπαράταξης, του μετώπου, δεν στερεί μόνο τον εαυτό της από (άλλη) μια ευκαιρία. Στερεί κυρίως τη χώρα και όσους καταστρέφονται από την πολιτική του Μνημονίου από μια ευκαιρία να ξεφύγει (και να ξεφύγουν) από την παγίδα στην οποία την (και τους) έριξαν. Και στερεί, τέλος, το αύριο από το μεγάλο πολιτικό και ενωτικό λαϊκό κίνημα που οφείλει να διεκδικήσει την ήττα της κυβέρνησης Παπανδρέου, την ήττα συνολικά του κατεστημένου πολιτικού σκηνικού, την ανάδειξη μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής προοδευτικής κυβέρνησης με επίκεντρο τις δυνάμεις της αριστεράς, για να αντιγράψουμε, όχι χωρίς σκοπιμότητα, την κατακλείδα από το τελευταίο άρθρο του Παναγιώτη Λαφαζάνη.
Πηγή: Αυγή της Κυριακής
Εδραιώνεται σιγά-σιγά η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου εξελίσσεται στον μεγάλο ασθενή της πολιτικής μας ζωής. Αν οι φίλοι της κάνουν λόγο για εξασθένιση της μεταρρυθμιστικής ορμής και οι αντίπαλοί της για σκορποχώρι, λίγη σημασία έχει. Μεγαλύτερη σημασία έχει ότι η εικόνα της σμπαραλιάζεται όλο και περισσότερο και ο Παπανδρέου με μια μικρή ομάδα υπουργών μοιάζουν με τον καπετάνιο και το πλήρωμα του συμπαθούς στον πρωθυπουργό "Τιτανικού" μάλλον, παρά με τους στιβαρούς ναυτικούς της πρώτης κυβερνητικής περιόδου.
ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ να απαριθμήσει κανείς πολλά συμπτώματα της κυβερνητικής ασθένειας - πιθανότατα ανίατης. Οι καβγάδες στο εσωτερικό, η αδυναμία να συντονιστούν στοιχειωδώς, η αμφισβήτηση από την Κοινοβουλευτική Ομάδα ακόμα και στρατηγικών επιλογών, η επιστροφή αρκετών βουλευτών στον λαϊκισμό που επιβάλλει αποστάσεις από το Μνημόνιο και παραπέμπει στο γνωστό «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» είναι κάποια από αυτά. Και φυσικά προεξάρχουσα θέση κατέχουν οι απογοητευτικές δημοσκοπήσεις, που πιστοποιούν καταβαράθρωση τόσο της κυβέρνησης όσο και του πρωθυπουργού, οι επίμονες διαρροές για πρόωρες εκλογές και οι ακατάσχετες φήμες για ανασχηματισμό.
ΩΣΤΟΣΟ και παρ' όλα αυτά είναι σαφές ότι ο Παπανδρέου δεν έχει άλλο δρόμο - επιμένει και θα επιμείνει μέχρι το τέλος. Και δεν εννοούμε ότι επιμένει στις αερολογίες για νέα Ελλάδα, στις ενέσεις ηθικού στο κόμμα του ή στις ευγενείς απειλές προς τους εσωκομματικούς ταραξίες. Εννοούμε ότι επιμένει στο σοβαρό, στο κύριο, στο βασικό - στην πολιτική του Μνημονίου και των σκληρών μέτρων, από τα οποία δεν αφίσταται ούτε χιλιοστό, προειδοποιώντας μάλιστα τα στελέχη του, αλλά και όλους μας σχεδόν καθημερινά ότι εάν αποστούμε μας περιμένει η άβυσσος.
Και προετοιμάζοντας το νέο πακέτο μέτρων, το οποίο οσονούπω και ενόψει τρόικας θα ανακοινωθεί και θα είναι το ίδιο αναποτελεσματικό, αλλά ακόμα πιο απάνθρωπο από τα προηγούμενα.
ΕΧΟΥΜΕ εν ολίγοις μια κυβέρνηση που αδυνατίζει, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξει ούτε κατ’ ελάχιστο την πολιτική της. Μπορεί-δεν-μπορεί και όσο μπορεί μ’ αυτή την πολιτική θα συνεχίσει, με χειρότερες μάλιστα εκδοχές της, γιατί τα πράγματα είναι σήμερα πολύ χειρότερα από την εποχή του Καστελόριζου, ό,τι κι αν λένε. Πράγμα που σημαίνει, για όσους τουλάχιστον θεωρούν καταστροφική αυτή την πολιτική, ότι αυτή η κυβέρνηση πρέπει απλούστατα να φύγει, να ανατραπεί, να μας αδειάσει τη γωνιά. Άποψη εξάλλου που έγινε σύνθημα και άμεσος στόχος για όλες τις αριστερές δυνάμεις, οποιασδήποτε απόχρωσης.
ΚΑΙ από δω αρχίζει η πραγματική συζήτηση. Καλώς να φύγει αυτή η κυβέρνηση, αλλά μετά τι; Ο Σαμαράς; Ο Καρατζαφέρης; Ένα γκρίζο μέτωπο των δύο; Μια συμμαχία για την ανάπτυξη με πρωθυπουργό τον Παπανδρέου και υπουργό περιφερειακής ανάπτυξης τον Σαμαρά; Ένα μάζεμα των προθύμων που θα διευρύνει, υποτίθεται, τη βάση της σημερινής πολιτικής με κάποιες βελτιώσεις; Ή η «ακυβερνησία» που κραδαίνουν ως απειλή και κίνδυνο οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί της στρατηγικής του Μνημονίου, με την ελπίδα ότι έτσι θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν μια φοβισμένη ψήφο στις εκλογές, όποτε γίνουν - ελπίδα όχι εντελώς αστήριχτη, όπως δείχνει η πείρα;
ΚΑΤΙ λείπει προφανέστατα από την εικόνα. Η κυβέρνηση πρέπει να φύγει, αλλά το κενό, αφύσικο, παράλογο και ανόητο, δεν είναι εναλλακτική λύση. Οι επαναστατικές προσδοκίες και η αναμονή του χειρότερου που θα φέρει τα καλύτερα για ένα κόμμα, ή για ένα δόγμα, είναι απλώς αφέλειες, αν δεν είναι πονηριές. Η αριστερά που αφήνει σήμερα στην άκρη το εργαλείο της ενότητας, της συμπαράταξης, του μετώπου, δεν στερεί μόνο τον εαυτό της από (άλλη) μια ευκαιρία. Στερεί κυρίως τη χώρα και όσους καταστρέφονται από την πολιτική του Μνημονίου από μια ευκαιρία να ξεφύγει (και να ξεφύγουν) από την παγίδα στην οποία την (και τους) έριξαν. Και στερεί, τέλος, το αύριο από το μεγάλο πολιτικό και ενωτικό λαϊκό κίνημα που οφείλει να διεκδικήσει την ήττα της κυβέρνησης Παπανδρέου, την ήττα συνολικά του κατεστημένου πολιτικού σκηνικού, την ανάδειξη μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής προοδευτικής κυβέρνησης με επίκεντρο τις δυνάμεις της αριστεράς, για να αντιγράψουμε, όχι χωρίς σκοπιμότητα, την κατακλείδα από το τελευταίο άρθρο του Παναγιώτη Λαφαζάνη.
Πηγή: Αυγή της Κυριακής
1 σχόλιο:
Η Επανάσταση
δε θα παιχτεί ανάμεσα σε διαφημίσεις
δε θα προβλεφτεί από τα δίκτυα σαν exit poll
δε θα έχει οικονομικούς σπόνσορες
δε θα κηρυχτεί ούτε από τηλεοπτικούς αστέρες ούτε από «διάσημους και καταξιωμένους αγωνιστές»
δε θα έχει replay και slow motion για να δούμε πιο προσεχτικά τις «καλύτερες στιγμές» ή τα «εγκλήματα των αντιπάλων»
η Επανάσταση δε θα είναι βίντεο κλιπ
γιατί….
…την Επανάσταση θα την ζήσουμε, θα είμαστε μέρος της.
Δημοσίευση σχολίου