του Γιώργου Παπασωτηρίου
Για εργασιακό μεσαίωνα μιλούν οι εργαζόμενοι. Ο μεσαίωνας είναι επιχειρηματικός και όχι εργασιακός δηλώνει με τη σειρά του ο πρόεδρο του ΣΕΒ. Ποιος έχει δίκιο; Και οι μεν και οι δε.
Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα βιώνει ένα γενικευμένο μεσαίωνα. Αλλά γίνεται να χάνουν όλοι; Ασφαλώς όχι. Κερδίζουν τα ξένα και εγχώρια κερδοσκοπικά κεφάλαια. Κερδίζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Κερδίζουν οι «μεγάλοι». Και χάνουν οι εργαζόμενοι και οι μικρομεσαίοι της πραγματικής οικονομίας. Γιατί στην πραγματική ζωή η κρίση φαντάζει σαν εκείνο το αδηφάγο κίτρινο στόμα του Pac-Man που καταβροχθίζει τα πάντα, χωρίς τίποτα να μπορεί να το συγκρατήσει. Κι αν δει κανείς τα πράγματα από πιο κοντά και πιο συγκεκριμένα, θα διαπιστώσει ότι από την κρίση θα επιβιώσουν οι πιο δυνατοί και θα χαθούν οι πιο αδύνατοι τόσο σε συλλογικό(μικρές οικονομίες) όσο και σε ατομικό επίπεδο(εργαζόμενοι, μικρομεσαίες επιχειρήσεις). Όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά γιατί το πρόβλημα είναι εγγενές στο σύστημα.
Δεν είναι τυχαίο, συνεπώς, ότι οι οικονομολόγοι των ΗΠΑ είναι διχασμένοι για την ακολουθητέα οικονομική πολιτική.
Έτσι, άλλοι θεωρούν ότι η πολιτική Ομπάμα είναι η σχετικώς ενδεδειγμένη, ενώ άλλοι θεωρούν ότι πρέπει να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες και άλλοι, τέλος, ότι επιβάλλεται να δοθούν περισσότερα κίνητρα στην οικονομία. Ανάλογες είναι και οι προσεγγίσεις στην Ελλάδα, τόσο από τους οικονομολόγους όσο και από τους επιχειρηματικούς φορείς και τους εργαζόμενους. Όλοι με άλλα λόγια ζητούν «ανάπτυξη», αλλά μία ανάπτυξη που θα λειτουργεί υπέρ τους. Έτσι, ήταν εμφανής η τοποθέτηση του ΣΕΒ υπέρ του «λιγότερου κράτους» και περισσότερων βαρών στους εργαζόμενους αφού εκείνοι που κατά τη γνώμη του κ. Δασκαλόπουλου διάγουν συνθήκες μεσαίωνα είναι οι επιχειρηματίες. Αλλά ποιοι είναι οι «μεσαίοι»;
Οι μεσαίοι για τους οποίους μιλάει ο Κρούγκμαν και ο Ομπάμα δεν έχουν καμία σχέση με τους Έλληνες μικρομεσαίους επιχειρηματίες, που είναι σχεδόν οικογενειακές επιχειρήσεις. Την ελληνική πραγματικότητα αυτή αγνοούν τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσο και η Ευρωπαϊκή ένωση. Και το δράμα των μεσαίων τάξεων δεν είναι μόνο οικονομικό είναι και υπαρξιακό: «Ένας πλούσιος μπορεί να ’ναι ελεύθερος αν έχει ένα εκατομμύριο καθαρό εισόδημα. Ένας φτωχός μπορεί να ’ναι ελεύθερος γιατί κανείς δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτόν. Αλλά κάποιος σαν κι εμένα (σ.σ. τον μεσαίο) πρέπει να ιδρώσει για να επιβιώσει, όσο να πέσει κάτω νεκρός»(Μπέλοου). Ο φτωχός είναι ελεύθερος γιατί δεν φαίνεται, δεν έχει εικόνα, δηλαδή δεν υπάρχει! Και ο «μεσαίος», ο ενδιάμεσος, ο ούτε πλούσιος ούτε φτωχός είναι αυτός που βρίσκεται μεταξύ φωτός και σκότους, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, που αναγνωρίζεται κι ύστερα δεν αναγνωρίζεται, που υπάρχει κι ύστερα δεν υπάρχει. Αυτό είναι το μεγάλο κόλπο της «εικόνας» και της κατανάλωσης. Η αυτό-εικόνα αγοράζεται μέσω ενός σπιτιού ή ενός αυτοκινήτου, που παύουν να καλύπτουν μία απλή ανάγκη, καθώς μας εμπεριέχουν συμβολικά ως εικόνες. Ο «μεσαίος» άνθρωπος, ο κατ’ εξοχήν καταναλωτικός άνθρωπος ως υποκείμενο χάθηκε μέσα στα αντικείμενα, που τον περιτριγυρίζουν, καθιστάμενος αντικείμενο χωρίς ψυχή κι ο ίδιος. Και σήμερα που οι μύθοι εξαερώνονται, η ύπαρξη μέσω της εικόνας (αναγνώρισης) και της κατανάλωσης, αυτή η ιδεολογία που έχει γίνει habitus (έξις) θα ξαναγυρίσει το μπαταρισμένο σκάφος στα ίσια. Αρκεί να «τρέξει» χρήμα στους «μεσαίους», αυτούς που βιώνουν ζήμερα την κόλαση του αόρατου, έναν πραγματικό μεσαίωνα. Κάποιοι θα έλεγαν «καλά να πάθουν»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου